Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2015

Κ-ΣΥΡΙΖΑ

Τζιαι ώραν ώραν, σκεφτουμαι να κάμω κομμαν. Τζιαι να το φκαλω ΚΣΥΡΙΖΑ (Κυπριακός Σύνασπισμος Ριζοσπαστικων Αχαπαρων).
Εγω, ο γιος του Κόκου που τον Κάμπον της Τσακκιστρας τζιαι της Νιτσας που το Καπουτιν του Μορφου. Ο γιος του κτιστη, του αρκατη, του μεταναστη, του μαειρα, του υπαλληλλου. Τζιαι της αρκατισσας, της καθαριστριας. Εγω, ο προσφυγας, ο μετοικος.
Μητε γιατρός, μητε δικηορος, μητε εταιρειαν εχω, μητε μετοχες, μητε καταθεσεις, μονον δανεια.
Οτι εχω, εν με το δρωμαν το δικο μου τζιαι των δικων μου. Ξενα ριαλια εν ετζισα, χαλαλι τους.
Σε κομμαν εν εγραφτηκα ποττέ, με γεια τους με χαρά τους, με σε παραταξη. Μιαν συντεχνια ημουν τζιαι πουτζινην εξιγραφτηκα, ετσι για το γινατιν.
Τζιαι επειδης εβαρεθηκα να με περιπαιζει ο καθε ππεζεβεγκης, τζιαι να με θωρει νουμερον. Τζιαι να με βαλλει πας την πιλαντζα, τζιαι οτι δικαιουμε εγω να μου λαλει εν πολλυν, τζιαι οτι θελει τζινος να μου λαλει, εν λιον, βαλε τζιαλλον.
Εβαρεθηκα να με περιπαιζει μεραν μεσομερι τζιαι να με παντρευκει μ' αδρωπον. Τζιαι να μασιεται να με φκαλει τζιαι πελλον πουπανω.
Να μου τρωει ποτζινα ποχω, ποτζινα που εννα φκαλω, τζιαι ποτζινα των κοπελλουθκιων μου. Τζιαι τα δικα του να εν στην Ελβετία τζιαι να πιανει τζιαι 3 μισθους τζιαι δωδεκα συνταξεις.
Να μου κοφκει την προσαυξηση, τζιαι τζινος να μου βαλλει εξοδα παραστασεως.
Να κοφκει τον μισθον μου 40% τζιαι το δικο του 10% τζιαι τζινον με το ζοριν.
Να βαλλει φυλακην οπου τον καθε τον φτωχόν τζιαι αμα εν δικος του να παιζουν τες παρθενες, τζιαι εν εσιει αποδειξην, τζιαι εν εσιει στοιχεια. Ατε τζιαι εκατσαντων ομως, γυρισει μερα πάει νοσοκομείον τζιαι φκαλλει την τζιαμε. Τζιαι αποσα μας εκατακλεψεν εν ουλλα χασιμια, τζιαι πον να φκει εννα τα εβρει. Μουχτιν τζιαι συνεξοδα.
Τουτα τζια αλλα πολλα, οπως με την οικονομια, που παντα παιζει τα αππαρι μας αλλα εχουμεν στραβαρα. Πονταρουμεν μιαν ζωην σε λαθος αππαρο, τζιαμε που πεφτει μιζα, εν ο κουμπαρος μας ή εν τζινοι που τους ψηφιζουν. Για το κοινον καλον, στον κωλον μας ρεπανιν.
Τζιαι επειδη ποτουντον βολευτην εσιει 3 εκλογες να παω να φηφισω, ενεκατσιασα τους, ουλλους ως τον εναν.
Γι αυτον τζιαι γω, να καμω δικον μου κομμα, ετσι τουλαχιστον μονο εγιω να παω να με σταυρωσω. Να πω πως επροσπαθησα την μοιρα μου ν αλλαξω. Γιατι αν καρτερω που λλοου τους, χαΐριν εν θα φκαλω.


Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2015

Αστέριος

Μονάχος τριγυρνάει,
Σκοτάδι  γύρω, πουθενά ένα φως.
Ξέρει που πάει, την κάθε γωνιά,
Σπίτι το λέει, μα πόρτα καμιά.

Προτιμάει το σκοτάδι,
απ’ το χάδι του ήλιου.
Προτιμά τη σιωπή,
απ’ τη βουή του κόσμου.

Δεν ήταν φυλακή,
Μα δεν τον ήθελε κανείς.
Δεν ήταν φυλακή,
Αλλά δεν είχε επιλογή.

Για λίγο πιότερο φως,
Λίγο μικρότερο σπίτι,
Καρφώθηκες μόνος,
Στου ξένου το σπαθί.

Δεκατέσσερις δρόμους βλέπω κι εγώ,

αδερφέ μου, Αστέριος είμαι κι εγώ.

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2015

Αστέρια

Ποτέ δεν πεθυμήσαμε τ' αστέρια,
γιατί ήταν πάντα τους εκεί.
Ποτέ δεν εμισήσαμε τον ήλιο,
γιατί ήταν πάντα συνεπής.

Μέχρι που χάθηκε ο ουρανός,
και οι κουμπότρυπες του σύμπαντος
χαθήκαν από μπρος μας.

Κι έγινε ο χρόνος πια βαρύς,
αμέτρητος κι αβάσταχτος,
πίσω απ’ τα πέπλα τ’ ουρανού,
να κρύβεται ο ήλιος. 

Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2015

Μάταιος πόνος

Απόμεινε χαραγμένο στο μυαλό,
το επικριτικό βλεμμα 'κείνου του γεροντάκου.

Σε μάλωνε που πόνεσες το μπλε,
πιότερο απ' το αίμα.

Κι αντάλλαξες τον πόνο και το δάκρυ,
με δυο κουτάκια πλαστικά, εφήμερα δωράκια.


Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2015

Όνειρο

Τα βράδια πάντα ονειρεύεσαι...
κάποτε στον ύπνο,
μα πιο συχνά, έχεις
τα μάτια ανοιχτά.

Ταξιδεύεις σε κόσμους πλαστικούς,
Εκεί που άρχοντας μονάχα είσαι συ.
Χτίζεις, χαλάς και πάλι απ' την αρχή.
Ληστής, θεός και πειρατής.

Πόσο θα το 'θελες, φτωχέ μου εαυτέ,
Να 'μενες στο όνειρο κλεισμένος,
Αυτή η πραγματικότητα, είναι τελικά,
πολύ υπερτιμημένη.